ΕΥΡΩΕΚΛΟΓΕΣ 2014

ΕΥΡΩΕΚΛΟΓΕΣ  2014
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΥΓΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΤΤΙΚΗ

ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΒΑΣ.ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΑΣ

Πέμπτη 26 Μαρτίου 2015

THN ΚΥΡΙΑΚΗ ΑΠΟΦΥΛΑΚΙΖΕΤΑΙ ΚΑΙ Ο ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΠΑΣ... ΕΛΗΞΕ ΤΟ 18ΜΗΝΟ ΚΑΙ ΕΒΓΑΛΕ ΒΟΥΛΕΥΜΑ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΕΦΕΤΩΝ...



Την αποφυλάκιση του βουλευτή της Χρυσής Αυγής Χρήστου Παππά θα διατάξει με βούλευμά του το Συμβούλιο Εφετών της Αθήνας, λόγω λήξης της 18μηνου προσωρινής κράτησης. 

Ο Χρήστος Παππάς θα αποφυλακιστεί την Κυριακή το πρωί. Υπενθυμίζεται ότι πρόσφατα αποφυλακίστηκαν ο αρχηγός της Χρυσής Αυγής Νίκος Μιχαλολιάκος και ο βουλευτής του κόμματος Γιάννης Λαγός που ήταν προφυλακισμένοι από τα τέλη του Σεπτεμβρίου 2013, για διεύθυνση και ένταξη σε εγκληματική οργάνωση.

fimotro.blogspot.gr


Τετάρτη 25 Μαρτίου 2015

Η Χρυσή Αυγή στο Διεθνές Πατριωτικό Φόρουμ Ρωσίας. Η Εθνεγερσία του 1821 & η ιστορική ανατομία ενός ισχυρού Γεωπολιτικού δεσμού


Η Χρυσή Αυγή στο Διεθνές Πατριωτικό Φόρουμ Ρωσίας
Οι Ευρωβουλευτές του Λαϊκού Συνδέσμου - Χρυσή Αυγή, Στρατηγοί Ελευθέριος Συναδινός και Γεώργιος Επιτήδειος, παρευρέθηκαν στο Διεθνές Πατριωτικό Φόρουμ Ρωσίας που έλαβε χώρα στην Αγία Πετρούπολη την Κυριακή 22 Μαρτίου.
Το Φόρουμ διοργανώθηκε από το Ρωσικό εθνικιστικό κίνημα Ρόντινα (Πατρίδα), το οποίο βρίσκεται σε στενή συνεργασία με το κυβερνητικό κόμμα Ενωμένη Ρωσία, και είχε ως σκοπό την συνένωση των εθνικιστικών δυνάμεων σε Ευρώπη και ΗΠΑ που αντιτάσσονται στις φιλελεύθερες πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Μεταξύ άλλων στο Διεθνές Φόρουμ συμμετείχαν ο Ρώσος Γερουσιαστής Igor Morozov, ο Γερμανός Ευρωβουλευτής Udo Voigt, ο Γάλλος Βουλευτής Olivier Wyssa, ο Mikhail Remizov από το Ρωσικό Ινστιτούτο Διεθνούς Στρατηγικής, ο Πρόεδρος της δεξαμενής σκέψης EuroRus Kris Roman, ο Πρόεδρος του Εθνικιστικού Κινήματος Τέξας Nathan Smith, ο Υπουργός Εξωτερικών της Λαϊκής δημοκρατίας του Ντονέτσκ Alexander Kofman και στελέχη του Ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος Συμμαχία για την Ειρήνη και την Ελευθερία.
Στο Διεθνές Φόρουμ ενημερώθηκαν οι παρευρισκόμενοι για τις διώξεις της εις βάρος της Χρυσής Αυγής, για την οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα και τις επιπτώσεις της κρίσης στην χώρα μας. Επίσης οι προσκεκλημένοι άκουσαν την πρόταση της Χρυσής Αυγής για την γεωστρατηγική στροφή που προτείνει το κίνημα μας αλλά και για τους συγκεκριμένους τομείς που μπορούν να συνεργαστούν τα δύο κράτη.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το συνέδριο τίμησαν με την παρουσία τους αξιωματικοί των Ρωσικών Ενόπλων Δυνάμεων, ο Αντινομάρχης Αγίας Πετρούπολης, δεκάδες Ρώσοι ακαδημαϊκοί, πολιτικοί, εκπρόσωποι εθνικιστικών κινημάτων και πλειάδα δημοσιογράφων από διεθνή ΜΜΕ
Η Ιστορική ανατομία 
ενός ισχυρού Γεωπολιτικού δεσμού


Τα τελευταία κυρίως χρόνια, μετά την πρόταση κοινής κατασκευής ενός δικτύου παροχής ενέργειας (ο περίφημος αγωγός φυσικού αερίου Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολης) εκ μέρους της μετα-σοβιετικής Ρωσίας, παρατηρείται ένας έντονος προβληματισμός που ξαναφέρνει στο προσκήνιο τις σχέσεις των δυο Εθνοτήτων (Ελλάς-Ρωσία).

Η ζοφερή μάλιστα πραγματικότητα της νεοελληνικής κοινωνίας, έχει κυριολεκτικά ξεβράσει κάθε είδους «άποψη», ξεκινώντας από την μοιρολατρία, την φαντασιολογική ανοησία και την ανυπόστατη κινδυνολογία των διαφόρων αποχρώσεων των άκρων του πολιτικού φάσματος, φθάνοντας μέχρι και την δουλοπρεπή συμπεριφορά των κυβερνήσεων του νεοελληνικού προτεκτοράτου έναντι του ευρωατλαντισμού, που τρέμουν ακόμα και τις αντιρρήσεις του. 


Στην συνέχεια, παρουσιάζεται κι αναλύεται το ιστορικό πλαίσιο επί του οποίου οικοδομήθηκαν οι Ελληνορωσικές σχέσεις, με σκοπό όχι μόνο την απλή περιγραφή τους, αλλά την απόδοση ενός σαφούς γεωπολιτικού προσανατολισμού, μέσα από τα ιστορικά προηγούμενα (Α, Β, Γ, Δ) που πραγματοποιήθηκαν κατά τις επαφές τους στο πέρασμα του χρόνου. 

Μια παλιά Αυτοκρατορία πίπτει, μια Νέα γεννιέται 

Η πτώση της Κωνσταντινουπόλεως το 1453, δημιούργησε αδιαμφισβήτητα στο ιστορικό και γεωπολιτικό προσκήνιο ένα μεγάλο κενό. Κενό που έμελλε να αναπληρωθεί μόνον από κάποια ισχυρή μεν δύναμη, αλλά ταυτόχρονα κατόχου των ίδιων περίπου χαρακτηριστικών με εκείνα της απολεσθείσας. 

Έτσι, η δυναμική εμφάνιση της Αυτοκρατορίας των Ρώσων, από τα πρώτα της κιόλας βήματα –κατά τα οποία οι Ρώσοι επιδόθηκαν σε διαδοχικούς Εθνικούς πολέμους οι οποίοι ξεκίνησαν από τον υποσκελισμό της μογγολικής Χρυσής Ορδή και των Τατάρων κι έφθασαν μέχρι την απόλυτη κυριαρχία του πρώτου τσάρου του Ιβάν του Τρομερού-, παρότι έλαβε χώρα βορειότερα της εγγύτερης ευρασιατικής περιοχής, που κάλυπτε η Βυζαντινή (ακόμα και στο απόγειο της) ήταν αρκετή για να αναλάβει εκ διαδοχής την θέση του πάγιου κέντρου συσπείρωσης στα μάτια όλων των ορθόδοξων Λαών της ανατολικής Ευρώπης. 

Δεν είναι μάλιστα καθόλου τυχαία, τόσο η άμεση αναγωγή στους συμβολισμούς (υιοθέτηση του δικέφαλου αετού και του αξιώματος του τσάρου/καίσαρα), όσο και η πνοή που την διακατείχε, σαφέστατα επηρεασμένη από την επαφή του νεαρού ακόμα Ρωσικού Έθνους με την μεγάλη νοτιοανατολική Αυτοκρατορία. 

Από την εποχή του Μεγάλου Πέτρου (1689-1725), οπότε η Ρωσία καθίσταται ισχυρή Ευρωπαϊκή δύναμη και ανακηρύσσεται επισήμως Αυτοκρατορία, ο κυριότερος αντίπαλος παρουσιάστηκε στο πρόσωπο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και ο σταθερός γεωστρατηγικός προσανατολισμός της υπήρξε ο έλεγχος της Μαύρης Θάλασσας και η πρόσβαση στους εμπορικούς δρόμους του Αιγαίου και ευρύτερα της Ανατολικής Μεσογείου. Αυτό δημιούργησε τις συνθήκες ενός φυσικού ανταγωνισμού και την συνεπαγόμενη εχθρότητα. 

Ο ίδιος ο τσάρος, ενστερνιζόμενος την προαναφερόμενη Ελληνορωμαϊκή πνοή, θεώρησε πολύ γρήγορα εαυτόν «Ρωσογραικών αυτοκράτορα» κι εξέδωσε προκήρυξη με την οποία καλούσε τους ορθόδοξους πληθυσμούς να επαναστατήσουν εναντίον της Υψηλής Πύλης. 

Ο στόχος αυτός, που δημιουργούσε κλίμα έντασης και οδήγησε συχνά σε πόλεμο τις δύο Αυτοκρατορίες, φαίνεται ότι απέκτησε σαφέστερα χαρακτηριστικά στα χρόνια της Μεγάλης Αικατερίνης Β’ (1762-1796). Η ίδια η τσαρίνα Αικατερίνη, είχε εκδηλώσει ανοιχτά τον σκοπό της να δημιουργήσει ένα μεγάλο αυτόνομο κράτος στον Νότο, με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη χρησιμοποιώντας σαν στήριγμα το Ελληνικό στοιχείο. 

Για τον σκοπό αυτό μάλιστα, είχε ονομάσει τον δευτερότοκο εγγονό της, Κωνσταντίνο και του είχε δώσει Ελληνική παιδεία, ώστε να τον χρίσει ηγεμόνα της περιοχής. 

Α) Πρώτος Ρωσοτουρκικός Πόλεμος –Συνθήκη Κιουτσούκ Καϊναρτζή 

Μέρος του Ρωσικού σχεδίου δράσης αποτελούσε και η εξέγερση των Ορθόδοξων πληθυσμών της Βαλκανικής και, ανάμεσά τους, των Ελληνικών πληθυσμών της Ρούμελης, της Πελοποννήσου και των νησιών του Αιγαίου. Η κοινή θρησκευτική πίστη αποτελούσε το έδαφος για τη διεκδίκηση εκ μέρους της Ρωσίας της αναγνώρισής της ως «προστάτιδας» των ορθοδόξων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. 

Φαίνεται μάλιστα ότι το πέτυχε μετά την υπογραφή της Συνθήκης του Κιουτσούκ Καϊναρτζή, γεγονός το οποίο της επέτρεψε να επεμβαίνει έκτοτε στις εσωτερικές υποθέσεις της Πύλης. 

Η συνθήκη πήρε το όνομά της από το ομώνυμο χωριό, κοντά στη Σιλιστρία, στο οποίο υπογράφηκε την 21η Ιουλίου 1774 και ήταν το αποτέλεσμα του Α’ μεγάλου Ρωσοτουρκικού Πολέμου (1768-74), στον οποίο η Ρωσία κατέλαβε την Αζοφική, την Κριμαία και τη Βεσσαραβία. Υπό τον κόμητα στρατάρχη Π.A. Ρουμιάντσεφ, οι Ρώσοι επέδραμαν στη Μολδαβία και νίκησαν τους Οθωμανούς στη σημερινή Βουλγαρία, αναγκάζοντας τους Οθωμανούς να ζητήσουν ειρήνη. 

Η Ρωσία με αυτή την νίκη της, επέβαλε το ασαφές δικαίωμα προστασίας των Ορθόδοξων υπηκόων της Πύλης από τον Τσάρο. Εκμεταλλευόμενη μάλιστα την εσκεμμένη ασάφειά της παραγράφου αυτής της συνθήκης, οδήγησε στην διατύπωση για πρώτη φορά του λεγόμενου «Ανατολικού ζητήματος», που οδήγησε τελικά στην κατάρρευση των Οθωμανών. 


Με την υπογραφή της συνθήκης, κατοχυρώθηκε νομικά το δικαίωμα της χρήσης της Ρωσικής σημαίας από Έλληνες πλοιοκτήτες, όπως και η ναυπήγηση και ο εξοπλισμός πλοίων μεγάλου εκτοπίσματος. Γεγονός που οδήγησε στην πρώτη (στην μετα-βυζαντινή εποχή) επίσημη αναγνώριση του υπόδουλου Ελληνισμού πολλά χρόνια πριν από την αναγνώριση του ναυτικού αποκλεισμού των Ελλήνων στους Τούρκους (1822), από την Μ.Βρετανία, με την οποία αναγνωριζόταν το εμπόλεμο του Ελληνικού Έθνους . 

Β) Τα Ορλωφικά 

Η εξέγερση που εκδηλώθηκε το 1770 στην Πελοπόννησο, τα λεγόμενα «Ορλωφικά», σχεδιάσθηκε και οργανώθηκε από τους Ρώσους αξιωματούχους που ανήκαν στο στενό περιβάλλον της Αικατερίνης της Μεγάλης: Γρηγόριο Ορλώφ και των αδελφών του Αλέξιο και Θεόδωρο, οι οποίοι συνέβαλαν στην ανατροπή του τσάρου Πέτρου Γ’. Παρουσιάστηκε σαν ένας «αγώνας της Ελευθερίας ενάντια στην τυραννία», της επικράτησης, δηλαδή, του χριστιανικού Ευρωπαϊκού πολιτισμού απέναντι στη βαρβαρότητα του ισλαμικού-ασιατικού δεσποτισμού. 

Το αποτέλεσμα όμως, έδειξε πως έλαβε χώρα στο πλαίσιο ανάπτυξης των συμφερόντων της Ρωσικής ηγεμονίας, αποβλέποντας ουσιαστικά στον επαναπροσδιορισμό της κυριαρχίας στην περιοχή. 

Το καλοκαίρι του 1769 και ενώ ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος (1768-1774), συνεχίζεται με Οθωμανικές επιτυχίες στις παραδουνάβιες ηγεμονίες, αναχωρούν από το λιμάνι της Κροστάνδης, στη Βαλτική, 14 πλοία με περίπου 600 στρατιώτες. 

Πρόκειται για την πρώτη Ρωσική ναυτική μοίρα, αποστολή της οποίας ήταν να πλεύσει στη Μεσόγειο και να αναλάβει πολεμική δράση στο Αιγαίο, κινητοποιώντας ταυτοχρόνως σε εξεγέρσεις τους χριστιανικούς πληθυσμούς στις νότιες βαλκανικές κτήσεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και ιδίως στην Πελοπόννησο. 

Στη δύναμη αυτή, την οποία θα ακολουθούσε και μια δεύτερη μοίρα, οι Ρώσοι είχαν υποσχεθεί πως θα προσέθεταν και άλλα πλοία, που κατασκευάζονταν στη Ρωσία καθώς και σε λιμάνια της Ιταλίας, όπου διενεργούταν στρατολόγηση για την συγκρότηση πληρωμάτων. 

Επρόκειτο για εγχείρημα παράτολμο και με πολλές υποσχέσεις προς του Έλληνες που θα έμεναν ανικανοποίητες. Η Ρωσία δεν είχε ναυτική παράδοση και έως τότε στήριζε τη στρατιωτική της ισχύ σε χερσαίες δυνάμεις. 

Την 17η Φεβρουαρίου του 1770, ένα τμήμα του στόλου υπό τον Θ. Ορλώφ αγκυροβόλησε στο Οίτυλο της Μάνης, ξεκινώντας την εξέγερση στην Πελοπόννησο τις επόμενες ημέρες. Ιδιαίτερες διαπραγματεύσεις είχαν ήδη ξεκινήσει από το 1769 με τους Μανιάτες, στους οποίους απευθύνθηκαν με επιστολές τους ο πρωθυπουργός της Ρωσίας Πάνιν και ο Αλέξιος Ορλώφ , ενώ αρκετές υπήρξαν και οι αποστολές Μανιατών στη Βενετία και άλλες πόλεις της Ιταλικής χερσονήσου, όπου βρίσκονταν την εποχή εκείνη οι επικεφαλής της επικείμενης επιχείρησης με σκοπό να την προετοιμάσουν. 

Οι Μωραΐτες επιδίωκαν να δεσμεύσουν τους Ρώσους με την αποστολή αρκετών χιλιάδων ενόπλων. Οι Ρώσοι, από την πλευρά τους, υπόσχονταν χωρίς φειδώ, φάνηκε  ωστόσο από τον αριθμό πλοίων, ενόπλων και πολεμικών εφοδίων που έστειλαν στην Πελοπόννησο, ότι δεν ήταν η ξηρά το πεδίο που τους ενδιέφερε να δοκιμαστούν στρατιωτικά, αλλά η θάλασσα. 

Τελικά η εξέγερση κράτησε μόνο τρεις μήνες, για να κατασταλεί σχετικά εύκολα, προκαλώντας μεγάλες καταστροφές μεταξύ του Ελληνικού πληθυσμού του τόπου. Επίσης, λόγω της παρουσίας των πολυάριθμων ενόπλων, στρατολογημένων για την καταστολή της –οι Τουρκαλβανοί-, δημιουργήθηκε και το κλίμα τρομοκρατίας σε βάρος του Ελληνισμού, το οποίο διατηρήθηκε επί πολλά έτη. 

Γ) Η Εθνεγερσία του 1821 

Ι) Οι επιδιώξεις και η καταπόντιση του σχεδίου του Υψηλάντη στην Μολδοβλαχία 

Το πρώτο μέλημα του αρχηγού της Φιλικής Εταιρείας και ηγέτη του Επαναστατικού στρατού, Αλέξανδρου Υψηλάντη ήταν να λάβει επισήμως από τον Τσάρο δίχρονη άδεια. 

Η δικαιολογία –και δικαίως- ήταν από αστεία ως και ύποπτη: “λουτροθεραπεία στο εξωτερικό”. Στην πραγματικότητα βέβαια, ο Υψηλάντης μετέβηκε στη Βεσσαραβία όπου θα ξεκινούσε τη στρατιωτική προπαρασκευή της Επανάστασης στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, αφού πρώτα πέρασε από την Οδησσό, πόλη με σημαντική Ελληνική εμπορική παροικία και πολυπληθή τοπική Εφορία της Φιλικής Εταιρείας. 

Εκεί έλαβε επιστολή του Αναγνωσταρά που τον πληροφορούσε πως ο Μωριάς σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του, μπορεί να αντιπαραθέσει περίπου 30.000 ένοπλους απέναντι σε μία δύναμη 12.800 μουσουλμάνων. 

Στην Οδησσό τον επισκέφτηκε στις 22 Αυγούστου, ερχόμενος από την πρωτεύουσα της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, Αγία Πετρούπολη όπου έχει συναντηθεί με τον Καποδίστρια, ο γραμματέας του Ρωσικού προξενείου της Πάτρας και στέλεχος της Φιλικής Εταιρείας Ι.Παπαρρηγόπουλος. Στη μεταξύ τους συζήτηση ο Υψηλάντης εξέφρασε τη σκέψη να κατέβει στο Μωριά και να ηγηθεί εκεί της Επαναστάσεως. 

Ο Παπαρρηγόπουλος όμως, υποστήριξε πως το Κίνημα έπρεπε να ξεκινήσει από τη Μολδοβλαχία, διότι κατά τη γνώμη του παρουσίαζε τρία πλεονεκτήματα: 

α) Οι Οθωμανοί έβρισκαν σε απόσταση αναπνοής από τις εξεγερμένες Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, τη Ρωσική στρατιά της Βεσσαραβίας. Δεν θα μετακινούσαν λοιπόν, τις δυνάμεις τους προς τον νότο, αφήνοντας ευοίωνες συνθήκες για να ξεσπάσει το κύριο μέρος της Εθνεγερσίας στην Πελοπόννησο. 
β) Ο Αλή πασάς των Ιωαννίνων πιστεύοντας, λόγω της γεωγραφικής γειτνίασης Μολδοβλαχίας, ότι θα υπάρξει άμεση Ρώσικη εμπλοκή, θα συνέχιζε με μεγαλύτερο πείσμα τον πόλεμο του κατά της Πύλης. 
γ) Για τον ίδιο λόγο Μωραΐτες και Ρουμελιώτες θα εύρισκαν τη δύναμη να ξεσηκωθούν. 

Σε αυτή την εξέλιξη, στήριζε ξεκάθαρα ο ίδιος ο Υψηλάντης τις ελπίδες του, αλλά σε αυτήν ευελπιστούσαν και οι περισσότεροι Ρώσοι αξιωματούχοι της περιοχής, οι οποίοι είχαν αρχίσει να αντιλαμβάνονται τις κινήσεις του, έστω κι αν αυτές δεν ουδέποτε εξεδήλωσαν ανοιχτές (απ-)αιτήσεις για βοήθεια προς εκείνους . 

Για αυτό τον λόγο έστειλε στις 23 Φεβρουαρίου, μέσω των Ρώσων προξένων του Ιασίου και του Βουκουρεστίου, μήνυμα στο Ρώσο πρεσβευτή στην Κωνσταντινούπολη Στρογκανόφ καλώντας τον να «είναι  άγρυπνος» και να διαμαρτυρηθεί σε περίπτωση που τα Οθωμανικά στρατεύματα θα επιχειρήσουν να παραβιάσουν τις Ρωσοτουρκικές συνθήκες και να εισβάλουν στις Ηγεμονίες. 

Αυτό όμως που δεν είχε υπολογίσει, ήταν οι πιέσεις της Ιεράς Συμμαχίας, για την αντίδραση της Αυστρίας και των άλλων Ευρωπαϊκών δυνάμεων, σε περίπτωση που η Ρωσία βοηθούσε τους εξεγερμένους. Έτσι λοιπόν τα σχέδια αυτά έπεσαν απευθείας στο κενό. 

Ο Ρώσος τσάρος, όχι μόνο κράτησε ουδέτερη στάση αλλά προέβη και σε επίσημη αποκήρυξη του Υψηλάντη και της Επαναστάσεως, αφήνοντας τον τελευταίο εμβρόντητο. 

Ο βασικότερος λόγος ήταν οι πιέσεις των άλλων μεγάλων δυνάμεων. Αυστρία, Γαλλία και Βρετανία δεν θα επέτρεπαν στη Ρωσία να υποστηρίξει μία Επανάσταση που θα ήταν η απαρχή του διαμελισμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της ανάσχεσης της πολιτικής και οικονομικής διεισδύσεως τους σε αυτή. 

Ο «Γίγαντας με τα Πήλινα Πόδια» αποτελούσε τον κυματοθραύστη των επιδιώξεων του τσάρου κι η εμφάνιση μιας νέας αντίπαλης με προοπτικές ναυτικής ανάπτυξης, δύναμης, θα ήταν ανταγωνιστική προς τα σχέδιά τους. 

ΙΙ) Προς την δημιουργία του νεοελληνικού προτεκτοράτου 

Στις 4 Απριλίου 1826, κατά την διάρκεια του Αγώνα κι έχοντας ρεύσει ποταμοί Ελληνικού αίματος, ο τσάρος Νικόλαος Α’ (1796 – 1855) υπέγραψε με την Βρετανία το Πρωτόκολλο της Πετρούπολης. Είναι το πρώτο κείμενο που αναφέρει τη λέξη Ελλάδα στη διεθνή διπλωματία και την θεωρούσε αυτοδιοικούμενη χώρα κάτω από την επικυριαρχία του σουλτάνου. 

Είχε προηγηθεί η αλλαγή στην διπλωματία του βασιλέα της Αγγλίας και η σοβαρή διείσδυση των συμφερόντων των αγγλοεβραίων τραπεζιτών με τα εξοντωτικά δάνεια. Ακολουθεί η συνθήκη του Λονδίνου ανάμεσα στην Αγγλία, τη Γαλλία και τη Ρωσία τον Ιούλιο του 1827, η οποία επίσης αναγνώριζε αυτόνομη Ελλάδα κάτω από την επικυριαρχία και πάλι του σουλτάνου, στη γραμμή Αμβρακικού-Παγασητικού και νοτιότερα. 

Η κυριότερη, όμως παράμετρος, της τελευταίας συνθήκης ήταν εκείνη που απαιτούσε την αποστολή τριεθνούς στόλου στην Πελοπόννησο, με εντολή την επιβολή των αποφάσεων της, δεδομένου πως ο σουλτάνος την απέρριψε, έχοντας αποστείλει τα τουρκοαιγυπτιακά στρατεύματα υπό τον Ιμπραήμ σε μια εκστρατεία που έφθασε κοντά στο να πνίξει την Επανάσταση. 

Εκτελεστές της συνθήκης ορίστηκαν οι ναύαρχοι Ερρίκος Δανιήλ Γκωτιέ, κόμης Δεριγνί για τη Γαλλία, Εδουάρδος Κόδριγκτον για την Μ.Βρετανία και Λογγίνος Χέυδεν για τη Ρωσική Αυτοκρατορία. 

Η εφαρμογή του στρατιωτικού σκέλους του σχεδίου, ήταν αυτό που τελικά οδήγησε στην ναυμαχία του Ναυαρίνου και την σύγκρουση μεταξύ των τριών Ευρωπαϊκών στόλων με τον Αιγυπτιακό, που οδήγησε στην συντριβή του τελευταίου. 

Το αποτέλεσμα όμως της ναυμαχίας, ήταν κι ενδεικτικό των προθέσεων της κάθε πλευράς. Η κυβέρνηση της Μ.Βρετανίας έδειχνε «κεραυνόπληκτη προ του ανεπιθύμητου τετελεσμένου», που διέπραξε ο Κόδριγκτον. Σε ομιλία του μάλιστα ο ίδιος ο Άγγλος βασιλιάς Γεώργιος ο Δ΄  διακήρυξε ανοιχτά την αντίθεσή του στην Βουλή των Λόρδων: «Στο λιμάνι του Ναυαρίνου έλαβε χώρα μια σύγκρουση τελείως απροσδόκητη μεταξύ των πόλων των συμμάχων Δυνάμεων και του στόλου της Οθωμανικής Πύλης.

Η Αυτού Μεγαλειότις δεν μπορεί να μη θρηνήσει, που αυτή η σύγκρουση έγινε με τη ναυτική δύναμη ενός προαιωνίου συμμάχου, του σουλτάνου. Εξακολουθεί όμως να τρέφει την ελπίδα πως το ατυχές αυτό γεγονός δε θα συνοδευθεί από άλλες εχθροπραξίες». 

Ο ναύαρχος Κόδρικτον, θεωρήθηκε υπαίτιος και έπεσε σε δυσμένεια. Αντιθέτως ο ναύαρχος του Ρωσικού στόλου, Χέυδεν, παρασημοφορήθηκε με κάθε επισημότητα και ο σουλτάνος, ανατρέχοντας στις διακηρύξεις του τσάρου περί «προστασίας των ορθοδόξων χριστιανών» της επικρατείας του, άνοιξε νέο πολεμικό μέτωπο μόνο με την Ρωσική Αυτοκρατορία. 

Ο νέος αυτός Ρωσοτουρκικός Πόλεμος, με τον στρατό του τσάρου στην Ανδριανούπολη και την Τραπεζούντα, να πνίγει τον σουλτάνο, τον ανάγκασε να στείλει απεσταλμένους στον στρατηγό Ντίμπιτς την 24η Σεπτεμβρίου του 1829 μαζί με πρεσβευτές της Γαλλίας και της Μ.Βρετανίας, οι οποίοι αξίωναν την αποχώρησή των Ρώσων. 

Ο στρατηγός, κατ’ εντολή του τσάρου, έθεσε αμέσως ζήτημα ανεξαρτησίας της Ελλάδας χωρίς αυτή να θεωρείται υποτελής στην Πύλη –παρότι οι δυτικοί επέμεναν να διαχωριστεί αυτή η περίπτωση με τις συνθήκες του εν εξελίξει Ρωσοτουρκικού Πολέμου-, για πρώτη φορά από την έναρξη της Εθνεγερσίας. 

Τελικά την 3η Ιανουαρίου 1830, στην Διάσκεψη του Λονδίνου διακηρύχθηκε η πολιτική ανεξαρτησία της Ελλάδας, πράξη η οποία συνιστούσε διεθνή αναγνώριση του νεοελληνικού κράτους. Η συνοριακή γραμμή όμως, του Πρωτοκόλλου της 3ης Φεβρουαρίου 1830 (Αμβρακικός-Παγασητικός) κρατούσε έξω από αυτό ένα μεγάλο τμήμα της έκτασης που είχε συμφωνηθεί στην Ανδριανούπολη. Επιπλέον, καθοριζόταν η πολιτειακή μορφή του νεοσύστατου κράτους και παρεχόταν στις δυτικοευρωπαϊκές δυνάμεις το δικαίωμα εκλογής του ηγεμόνα χωρίς να ερωτηθεί ο Ελληνικός Λαός. Δόθηκε πλήρης αμνηστία και προβλεπόταν δικαίωμα μετανάστευσης από ή και προς «τόπον Οθωμανικόν». 

Δ) Ο Κριμαϊκός Πόλεμος και οι επιπτώσεις του στα εσωτερικά των Ελλήνων 

H επόμενη Ρωσοτουρκική σύρραξη που επηρέασε δρώμενα στην Ελληνική χερσόνησο και το νεοελληνικό κράτος ήταν ο Κριμαϊκός Πόλεμος του 1853-56, στον οποίο αναμείχθηκαν και άλλες Ευρωπαϊκές δυνάμεις: η Αγγλία, η Γαλλία και το Βασίλειο Σαρδηνίας-Πεδεμοντίου, που πολέμησαν στο πλευρό της Τουρκίας.  Άμεση αιτία του Πολέμου ήταν οι απαιτήσεις του τσάρου ως προς την προστασία των Ορθοδόξων χριστιανών που ζούσαν στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Άλλος σημαντικός παράγοντας ήταν και οι διαφορές της Ρωσικής Αυτοκρατορίας και της Γαλλίας με πρόφαση τα προνόμια Ορθοδόξων και καθολικών στους Αγίους Τόπους, που κατέχονταν από τους Τούρκους. 

Με την υποστήριξη της Αγγλίας, η Τουρκία τήρησε άτεγκτη στάση απέναντι στις Ρωσικές απαιτήσεις με αποτέλεσμα την έναρξη του Πολέμου. Τον Ιούλιο του 1853 η Ρωσία κατέλαβε τις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες. Στις 23 Σεπτεμβρίου ο Βρετανικός στόλος έπλευσε στην Κωνσταντινούπολη. 

Στις 4 Οκτωβρίου η Τουρκία κήρυξε τον πόλεμο κατά της Ρωσίας και τον ίδιο μήνα εξαπέλυσε επίθεση στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες. Όταν ο Ρωσικός στόλος κατέστρεψε τον Τουρκικό στη Σινώπη, ο Βρετανικός και ο Γαλλικός, στις 3 Ιανουαρίου 1854, εισέπλευσαν στον Εύξεινο Πόντο για να προστατεύσουν τις μεταφορές των Οθωμανών. 

Στις 28 Μαρτίου 1854 η Αγγλία και η Γαλλία κήρυξαν τον πόλεμο κατά της Ρωσίας. Ανταποκρινόμενη σε σχετική απαίτηση της Αυστρίας, και για να αποτρέψει και τη δική της είσοδο στον πόλεμο, η Ρωσία εκκένωσε τις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες. Τον Αύγουστο του 1854 τις κατέλαβε η Αυστρία. 

Τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους οι σύμμαχοι αποβίβασαν δυνάμεις στην Κριμαία και πολιόρκησαν τη Σεβαστούπολη. Οι Ρώσοι αντιστάθηκαν σθεναρά και η πολιορκία κράτησε έναν χρόνο. Την περίοδο αυτή δόθηκαν σκληρές μάχες, στην Άλμα στις 20 Σεπτεμβρίου, στην Μπαλακλάβα στις 25 Οκτωβρίου και στο Ίνκερμαν στις 5 Νοεμβρίου. 

Στις 26 Ιανουαρίου 1855 ο πρωθυπουργός του Βασιλείου Σαρδηνίας-Πεδεμοντίου Καμίλο Καβούρ, για λόγους εξωτερικής αλλά και εσωτερικής πολιτικής, πείστηκε να συμμετάσχει στον πόλεμο, στο πλευρό της Τουρκίας, και έστειλε στο μέτωπο δύναμη 10.000 ανδρών. 

Τελικά, η απειλή της Αυστρίας να βγει και αυτή στον πόλεμο ανάγκασε τους Ρώσους να δεχθούν την έναρξη διαδικασίας ειρήνευσης. H Συνθήκη του Παρισιού, που υπογράφτηκε στις 30 Μαρτίου 1856, εγγυόταν την ακεραιότητα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και υποχρέωνε τη Ρωσία να παραδώσει την περιοχή γύρω στις εκβολές του Δούναβη και μέρος της Βεσσαραβίας. H Ρωσία επίσης, παραιτήθηκε των απαιτήσεών της για προστασία των Ορθοδόξων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, δίνοντας πλέον νέα τροπή στο Ανατολικό ζήτημα. 

Η Μεγάλη Βρετανία φάνηκε να παραχωρεί τότε τα Επτάνησα στην Ελλάδα ως αντάλλαγμα γι’ αυτή τη μετατόπιση του νεοελληνικού κράτους οριστικά στην δική της σφαίρα επιρροής, εξασφαλίζοντας την αποδοχή από την Ελλάδα του δόγματος περί ακεραιότητας της Οθωμανικής αυτοκρατορίας που θεσπίστηκε με την Συνθήκη των Παρισίων. 

Προϋπόθεση όμως γι’ αυτή την υπόσχεση, ήταν να απομακρυνθεί από την Ελλάδα και ο βασιλεύς Όθων , που είχε δυσαρεστήσει τους Αγγλογάλλους στην διάρκεια του Κριμαϊκού Πολέμου με την ρωσόφιλη του στάση. 

Το αγγλικής εμπνεύσεως δόγμα περί της εδαφικής ακεραιότητας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στρεφόταν κυρίως κατά της ηττημένης Ρωσίας, αλλά εμμέσως αφορούσε και την Ελλάδα, που μέχρι τότε ενθάρρυνε τοπικές εξεγέρσεις Ελλήνων σε τουρκοκρατούμενες περιοχές, εν ονόματι της Μεγάλης Ιδέας. 

Στους πρώτους μήνες μάλιστα του Κριμαϊκού Πολέμου, σχεδόν σε όλες τις Οθωμανικές περιοχές που πλειοψηφούσε το Ελληνικό στοιχείο, υπήρξαν αιματηρές εξεγέρσεις με την κρυφή συνδρομή του Ελληνικού στρατού. 

Γεγονός που οδήγησε στην άμεση στρατιωτική επέμβαση των Αγγλογάλλων στην Ελλάδα, το 1854 και σήμαινε το τέλος της εμπνευσμένης από την Μεγάλη Ιδέα, Ελληνικής πολιτικής που είχαν ενστερνισθεί τόσο ο Όθων όσο και η μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων. 

Στην Ελλάδα μετά το 1827, η ζοφερή πραγματικότητα της ξενοκρατίας εκφραζόταν απόλυτα από τις ονομασίες των αντιμαχόμενων κομμάτων: το «ρωσικό», το «γαλλικό», το «αγγλικό». Οι «Προστάτιδες Δυνάμεις» έβλεπαν την Ελλάδα ως ένα πεδίο ανταγωνισμού επιρροών στο πλαίσιο ευρύτερων εδαφικών ανταγωνισμών, σε σχέση πάντα με το ευρύτερο Ανατολικό ζήτημα. 

Το 1856 ήταν και η χρονιά που η Μ.Βρετανία είχε για πρώτη φορά τη μεγάλη ευκαιρία να ηγεμονεύσει μόνη την Ελλάδα και τον ευρύτερο χώρο της Εγγύς και Μέσης Ανατολής. Όλα τα χρόνια μέχρι τον Κριμαϊκό Πόλεμο, η αγγλική επιρροή στην Ελλάδα υπολειπόταν κατά των δύο άλλων, κυρίως λόγω των προσωπικών επιλογών του Όθωνος που έκλινε άλλοτε προς το «γαλλικό» κόμμα (στο οποίο ηγούταν οι «ζητωπόλεμοι» του Κωλέττη ο οποίος φέρει την πατρότητα του όρου Μεγάλη Ιδέα), άλλοτε προς το «ρωσικό» (στο οποίο βρίσκονταν οι περισσότεροι αγωνιστές της Εθνεγερσίας), αλλά σπάνια στο «αγγλικό». 

Με νωπή την τριετή στρατιωτική κατοχή της Αθήνας και του Πειραιά και τον ναυτικό αποκλεισμό του 1850 (για να αποζημιωθεί ο εβραίος Πατσίφικο για την καύση αντικειμένων στο σπίτι του από όχλο και οι «πληγμένοι από πειρατεία» Βρετανοί εφοπλιστές των Ιονίων), η Βρετανική διπλωματία φάνηκε να υπόσχεται τα Επτάνησα για να προσδέσει την Ελλάδα στο άρμα της. 

Και έπραξε τελικά αυτή την παραχώρηση, με δεδομένη την αδυναμία της να εγκαθιδρύσει την εξουσία της στην Ιόνια Πολιτεία. Έπρεπε, πρώτον, να καταστεί ο Όθων μισητός, από λαοφιλής που ήταν στην διάρκεια του Κριμαϊκού Πολέμου και δεύτερον, να μεταστραφούν τα αισθήματα των Ελλήνων σε αγγλόφιλα. 

Ο Όθων, τελικά, ανατράπηκε το 1862 από εσωτερικό κίνημα εναντίον του, το οποίο γιγαντώθηκε από τις εφημερίδες που υποστήριζαν το «αγγλικό» κόμμα. 

Αμέσως μετά, ο Βρετανός υπουργός Εξωτερικών λόρδος Ράσελ έκανε σαφές στον Έλληνα επιτετραμμένο στο Λονδίνο, Χαρίλαο Τρικούπη, ότι η Βρετανία δεν θα είχε αντίρρηση να παραχωρήσει τα Επτάνησα στην Ελλάδα, εφ’ όσον αυτή θα εξασφάλιζε βασιλεία ικανή να τηρήσει διεθνείς δεσμεύσεις έναντι των γειτόνων της και έναντι των Μεγάλων Δυνάμεων. 

Οι Έλληνες έσπευσαν να ανταποκριθούν και, σε δημοψήφισμα το 1863, ψήφισαν με συντριπτική πλειοψηφία υπέρ του Άγγλου πρίγκιπα Αλφρέδου (δευτερότοκου υιού της βασίλισσας Βικτωρίας) ως …«νέου βασιλέως της Ελλάδος», εκδηλώνοντας τα «νέα αισθήματά» τους. 

Η εκλογή Αλφρέδου όμως, σκόνταψε στην προβλεπόμενη από το Πρωτόκολλο του Λονδίνου του 1830 ρήτρα απαγόρευσης εκλογής βασιλέως προερχόμενου από οποιαδήποτε από τις τρεις δυνάμεις. 

Επίλογος 

Οι τέσσερεις παραπάνω περιπτώσεις που περιγράφηκαν κι αναλύθηκαν, δεν μπορούν παρά να αποτελέσουν το ιστορικό πλαίσιο επί του οποίου θα έπρεπε να απασχολήσει τον προβληματισμό για τα σημερινά δρώμενα. 

Αφενός, παρουσιάζεται η τάση εκ μέρους του ρωσικού κράτους, που μετετράπη σε γεωπολιτικό σχέδιο, το οποίο είναι ουσιαστικά η βάση επί της οποίας εκτυλίσσεται και η σημερινή επέκταση των συμφερόντων του κατά τον Ευρωπαϊκό νότο και την ανατολική λεκάνη της Μεσογείου. Είναι η τάση αυτή, που οδήγησε στον Πρώτο Ρωσοτουρκικό Πόλεμο και την συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή  από όπου προέκυψε η πρώτη –σύγχρονη- αναγνώριση του Ελληνικού Έθνους και σφαιρικότερα το ίδιο το Ανατολικό ζήτημα. 

Σε αυτή όμως την περίπτωση, απουσιάζει πλήρως το ίδιο το Ελληνικό Έθνος, εγκαταλείποντας την βούληση και το συμφέρον του, στις επεκτατικές διαθέσεις του τσάρου και της αυλής του, έναντι του Τούρκου σουλτάνου. 

Έτσι οι εξελίξεις έφθασαν στο τραγικό αποτέλεσμα των Ορλωφικών, οπότε και πάλι, οι Έλληνες παρότι συμμετέχουν ενεργά, καθίστανται έρμαιο στα χέρια των Ρώσων αξιωματούχων και των φιλοδοξιών της Αυτοκράτειρας. 

Η αλληλουχία των ιστορικών γεγονότων, οδηγούν στην Εθνεγερσία του 1821 , οπότε και τα Έθνος εμπόλεμο κι οδηγούμενο από την φυσική αριστοκρατία του, δράττει τα ηνία της Μοίρας του μετά από αιώνες. Παρά δε, την αρχική απογοήτευση που έδωσε ο Ρώσος Αυτοκράτορας, ο Αγώνας είναι τελικά αυτός ο οποίος θα πιέσει πραγματικά την μεγάλη ανατολικοευρωπαϊκή δύναμη να κινηθεί προς το αμοιβαίο συμφέρον. 

Στην τελευταία περίπτωση –τα αποτελέσματα του Κριμαϊκού Πολέμου, παρουσιάζεται αφενός η εκταμίευση της «ανεξαρτησίας» μέσα από την «υποστήριξη» των δυτικών, οδηγώντας ανεπιστρεπτί στην ξενοκρατία. Κι αφετέρου, η σχεδόν ταυτόχρονη απώλεια της ευχέρειας στην υποστήριξη εκ μέρους του ισχυρού πόλου εκείνου (Ρωσία), που ενίσχυε τα Ελληνικά συμφέροντα στην διεθνή σκακιέρα, όχι μόνο προς χάριν αμοιβαίων απολαβών κέρδους, αλλά και εξαιτίας ενός ειλικρινέστερου παράγοντα: του ευσεβούς Πνεύματος που τον διακατείχε. 


ΚΑΤΗΓΟΡΩ ΤΟΥΣ <<ΣΥΜΜΑΧΟΥΣ>>

Κυπριακό και αγγλοαμερικανική πολιτική









Τρίτη 24 Μαρτίου 2015

Τα ΄χασε η Κανέλλη: Δηλώνει πως το σύστημα υποστηρίζει την Χρυσή Αυγή!


Φαίνεται ότι η Κανέλλη ακόμη δεν μπορεί να συνειδητοποιήσει την πανηγυρική αθώωση του Συναγωνιστή Ηλία Κασιδιάρη και γι' αυτό ξεσπά σε «καταγγελίες» σε πρόθυμα ΜΜΕ του «συνταγματικού τόξου». Όταν, μάλιστα, η συνέντευξη δίδεται στην Άντα Ψαρρά, η οποία είναι πολύ ευαισθητοποιημένη σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε κρατούμενους (σε τέτοιο βαθμό ώστε να χαρακτηρίζει «μωρά στο εδώλιο» ολόκληρους μαντράχαλους και «νεαρό κρατούμενο» έναν 36χρονο), αρκεί αυτοί να ανήκουν στον «προοδευτικό» χώρο, τότε το αποτέλεσμα αποτελεί φαρσοκωμωδία που προκαλεί τον γέλωτα. Από το «κατηγορώ» της Κανέλλη αν χρειάζεται να κρατήσουμε κάτι αυτό είναι σίγουρα η διαπίστωσή της ότι «Έχουμε στήριξη ολόκληρου του συστήματος στο να βγει η Χρυσή Αυγή καθαρή και μετά να 'ρθει να καθαρίσει εμάς!»
Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε αν αυτή η δήλωση εκφράζει κάποια μανία καταδίωξης που ενδεχομένως διακατέχει την Κανέλλη στην εκφορά του πολιτικού της λόγου. Θυμόμαστε, όμως, πολύ καλά ότι υποσχέσεις «καθαρίσματος» έχει αφήσει η ίδια η αγωνίστρια της. λαϊκής συνοικίας της Εκάλης στο παρελθόν. Όπως, π.χ. η έκφρασή της «Από το Πέραμα ως το Κερατσίνι φασίστας δεν θα μείνει» και η απειλή προς τον Αργύρη Ντινόπουλο «σφάξαμε του μενσεβίκους και όταν χρειαστεί θα σφάξουμε και σένα».
Τώρα, βεβαίως, το πώς συνδυάζεται το «σύστημα ολόκληρο» να θέλει να βγάλει «την Χρυσή Αυγή καθαρή» και την ίδια στιγμή επί 18 ολόκληρους μήνες να συντηρεί μια ανήθικη και παράνομη δίωξη εις βάρος της είναι κάτι στο οποίο η επιστήμη και η σοβαρότητα σηκώνουν τα χέρια τους ψηλά.
Από κει και πέρα, η όλη συμπεριφορά της στις τηλεοπτικές εκπομπές στις οποίες καλείται, είναι μονίμως επιθετική, εκμεταλλευόμενη την προθυμία και την δειλία των συνομιλητών της να απαντήσουν με αξιοπρέπεια στις λεκτικές προκλήσεις της. Δυστυχώς γι' αυτήν και τους όμοιούς της, «η λαϊκή δικαιοσύνη» της Σοβιετικής Ένωσης με εισαγγελείς τύπου Βισίνσκι και με ψυχοφάρμακα στους κατηγορούμενους προκειμένου να ομολογήσουν την «ενοχή» τους και την «προδοσία» απέναντι στον «πατερούλη» Στάλιν έχει περάσει ανεπιστρεπτί.
Γιώργος Μάστορας

Δευτέρα 23 Μαρτίου 2015

Σκληρός ρατσισμός κατά της Χρυσής Αυγής στη Βουλή - Το μήνυμα του Ν. Γ. Μιχαλολιάκου


Σκληρός ρατσισμός κατά της Χρυσής Αυγής στη Βουλή - Το μήνυμα του Ν. Γ. Μιχαλολιάκου
Άρθρο του Γενικού Γραμματέα της Χρυσής Αυγής, Νικολάου Γ. Μιχαλολιάκου στην εφημερίδα "Εμπρός"


Παρακολουθήσαμε, τόσο εμείς όσο και ολόκληρος ο Ελληνικός Λαός, μέσα από το κανάλι της Βουλής τις εργασίες του Σώματος τις τελευταίες ημέρες. Αυτό το οποίο εύκολα διαπιστώθηκε είναι ότι άνθρωποι οι οποίοι ισχυρίζονται ότι είναι “αντιρατσιστές” σε όλο το μήκος και το πλάτος του πολιτικού και ιδεολογικού τους λόγου, ασκούν έναν σκληρό ρατσισμό κατά της ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ. 

Όλοι τους, χωρίς καμία εξαίρεση, με ελάχιστες, θα έλεγα, τιμητικές εξαιρέσεις, δεν τιμούν αυτό το οποίο αποτελεί τη βάση του κράτους – δικαίου της Χώρας που είναι το τεκμήριο της αθωότητος. Έτσι παρατηρούμε το φαινόμενο, εκτός όλων των άλλων, να αναφέρονται στην ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ αποκαλώντας την “εγκληματική οργάνωση”. Αυτό, την ίδια στιγμή που όπως όλοι γνωρίζουμε αναμένεται μία δίκη στην οποία θα κριθεί αν και κατά πόσον είναι εγκληματική οργάνωση η Χρυσή Αυγή και επίσης είναι δεδομένο ότι με απόφαση του ο ίδιος ο Άρειος Πάγος αποφάσισε τη συμμετοχή της Χρυσής Αυγής στις εκλογικές διαδικασίες, πράγμα που από την ίδια την φύση του αναιρεί τον χαρακτηρισμό της εγκληματικής οργανώσεως.

Πέραν όλων των άλλων η τακτική τους αυτή, η οποία είναι άκρως ρατσιστική, με την έννοια του ότι στιγματίζουν έναν ολόκληρο κόσμο, εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες, παραβαίνει, όπως είπα και προηγουμένως, το τεκμήριο της αθωότητος, αλλά και αυτό το οποίο σέβονται, υποτίθεται, του αυτοπροσδιορισμού.

Εμείς οι Χρυσαυγίτες έχουμε δηλώσει με όση δύναμη διαθέτουμε μέσα από τα έντυπά μας, μέσα από τον λόγο μας, όποτε μας δόθηκε η ευκαιρία μέσα από τηλεοπτικούς ή ραδιοφωνικούς σταθμούς, ότι είμαστε Έλληνες Εθνικιστές. Και δεν το έχουμε διακηρύξει τώρα, το έχουμε διακηρύξει από το 2ο Συνέδριο ακόμη της Χρυσής Αυγής, το οποίο έγινε στο Ξενοδοχείο ΚΑΡΑΒΕΛ το 1992, πριν 23 ολόκληρα χρόνια. 

Όμως αυτούς τους βολεύει να μας αποκαλούν “ναζιστές”, την ίδια στιγμή δε που αποκαλούν εμάς “ναζιστές”, κάποιοι εξ αυτών, συγκεκριμένοι σχηματισμοί και κόμματα ακολουθούν μια σκανδαλώδη γερμανόφιλη πολιτική, την πολιτική του μνημονίου.

Οι Χρυσαυγίτες είναι υπερήφανοι Έλληνες, είναι υπερήφανοι πατριώτες, είναι Εθνικιστές και αυτό δεν μπορεί να τους το αφαιρέσει κανείς, δεν μπορεί να τους αφαιρέσει το δικαίωμα να αγαπούν και να αγωνίζονται για την Ελληνική Πατρίδα. Κάθε άλλος αφορισμός, κάθε άλλη τοποθέτηση δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα ανάθεμα που θυμίζει άλλες εποχές, εποχές τις οποίες υποτίθεται ότι εκπροσωπεί η Χρυσή Αυγή και όχι αυτοί που την κατηγορούν κατ’ αυτόν τον τρόπο.

Θα έπρεπε όμως στο σημείο αυτό να κάνω μια παρένθεση και να αναφερθώ στο γενικότερο κλίμα, το οποίο υπάρχει στην Πατρίδα μας αυτήν την περίοδο. Ζούμε πραγματικά σε ένα κυριολεκτικό αδιέξοδο από πλευράς πολιτικής ζωής της Χώρας. Κανείς δεν ξέρει τι γίνεται, κανείς δεν ξέρει πού πηγαίνει η Χώρα. Είναι δεδομένο  ότι υπάρχει μια ανοχή, η οποία βαίνει διαρκώς μειούμενη, προς τον ΣΥΡΙΖΑ, λόγω του γεγονότος ότι ήταν ο νικητής των εκλογών της 25ης Ιανουαρίου. Από κει και πέρα όμως αρχίζουν τα δύσκολα για τον ΣΥΡΙΖΑ και την κυβέρνησή του.

Τέλειωσε το μνημόνιο όπως είχε υποσχεθεί προεκλογικά; Απ’ ότι φαίνεται δεν τέλειωσε το Μνημόνιο. Στη θέση της τρόικα έχουμε μια ομάδα Βρυξελλών, στη θέση του μνημονίου μιλάνε για κάποια νέα συμφωνία και εν τοιαύτη περιπτώσει εμείς χαιρετίζουμε την όποια προσπάθεια να αναιρεθούν τα έργα και οι ημέρες της κυβερνήσεως Σαμαρά – Βενιζέλου, αλλά δεν βλέπουμε να γίνεται τίποτε ουσιαστικό προς την κατεύθυνση αυτή. Όπως επίσης δεν βλέπουμε και καμία κίνηση παρόλο ότι είχε διαφημιστεί κατά κόρον το θέμα αυτό κατά των ολιγαρχών, κατά αυτών δηλαδή των ολίγων οι οποίοι κρατούν στα χέρια τους τόσο το χρήμα όσο και τα μέσα μαζικής ενημερώσεως σε αυτήν την χώρα. Δεν βλέπουμε καμία κίνηση κατά της διαπλοκής, έχουν περάσει 2 ολόκληροι μήνες και δεν γίνεται τίποτε.

Τραγική επίσης η πολιτική της κυβερνήσεως στο θέμα των λαθρομεταναστών. Οι λεονταρισμοί ότι δήθεν θα τους στείλουν στην Ευρώπη, αναιρώντας την Συμφωνία Δουβλίνο ΙΙ, που πραγματικά θα έπρεπε να ήταν το πρώτο έργο της κυβερνήσεως, να αναιρεθεί και να καταγγελθεί η συμφωνία αυτή, αντί να τους στείλουν στη Γερμανία όπως είχαν κάνει σχετικές δηλώσεις, τι κάνουν; Τους στέλνουν στην Ομόνοια, στο κέντρο των Αθηνών.

Από την άλλη πλευρά η Νέα Δημοκρατία είναι εγκλωβισμένη στην πολιτική του Μνημονίου, είναι δεδομένη επίσης η εσωστρέφεια και το πρόβλημα ηγεσίας το οποίο υπάρχει μέσα σε αυτήν και καταρρέει κυριολεκτικά, χωρίς κανείς να τολμά να αντιδράσει αποφασιστικά μέσα στα πλαίσια του κόμματος αυτού και να δώσει διέξοδο στο αδιέξοδο.

Επιπλέον, δεν υπάρχει πολιτική. Όλα γίνονται για την οικονομία. Ο Λαός, κυριολεκτικά ζαλισμένος, ακούει αριθμούς, ακούει στατιστικές, αλλά δεν βλέπει λύση στο πρόβλημά του. Δεν υπάρχει ένα εθνικό πρόγραμμα αναπτύξεως. Δεν υπάρχει ένας πολιτικός λόγος καθαρός ο οποίος θα θέτει την οικονομία στην υπηρεσία του Έθνους και ότι το Έθνος στην υπηρεσία της οικονομίας.

Αντίθετα προς όλους αυτούς, η Χρυσή Αυγή έχει έναν ξεκάθαρο πολιτικό λόγο, που θέλει την οικονομία να τεθεί στην υπηρεσία του Έθνους. Θέλει πάνω απ’ όλα να είναι το συμφέρον της Ελλάδος και όχι τα συμφέροντα των τραπεζιτών και των ολιγαρχών. Αυτό δεν γίνεται. Ίσως αυτός να είναι και ο λόγος που βρισκόμαστε στην φυλακή. Ίσως αυτός να είναι και ο λόγος που διωκόμεθα τόσο σκληρά. Ίσως αυτός είναι και ο λόγος που υπάρχει τόσο σκληρός ρατσισμός κατά των Ελλήνων. Ό,τι και να κάνουν όμως με τους χαρακτηρισμούς τους, οι οποίοι καταργούν το κράτος δικαίου, το τεκμήριο της αθωότητος, περί «εγκληματικής οργανώσεως» και με το ανάθεμά τους περί «ναζιστών», ενώ εμείς δηλώνουμε Εθνικιστές, δεν πρόκειται να πετύχουν τίποτε.

Τα προβλήματα παραμένουν, η Χρυσή Αυγή παραμένει και συνεχίζει να αγωνίζεται δυνατή, γεμάτη Πίστη στο όραμά της.

Ν.Γ.ΜΙΧΑΛΟΛΙΑΚΟΣ

ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΛΑΪΚΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ
ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΟΣ